Μια φορά βάδιζα στο Μίσιγκαν Μπούλεβαρντ στο Σικάγο, όταν το βλέμμα μου έπεσε σε ένα όμορφο γκρίζο κοστούμι στη βιτρίνα ενός καταστήματος ανδρικών ρούχων. Δεν είχα πρόθεση να το αγοράσω, αλλά ήμουν περίεργος να δω πόσο έκανε. Έτσι, άνοιξα την πόρτα και χωρίς να μπω, έχωσα το κεφάλι μου μέσα και ρώτησα τον πρώτο που είδα για την τιμή του κοστουμιού στη βιτρίνα.
Κατόπιν ακολούθησε ένας από τους πιο έξυπνους ελιγμούς πώλησης που έχω δει. Ο πωλητής, ξέροντας πως δεν θα μπορούσε να μου πουλήσει το κοστούμι εάν δεν έμπαινα στο μαγαζί, είπε: «Θέλετε να μπείτε λίγο μέχρι να βρω την τιμή, παρακαλώ;». Φυσικά και ήξερε την τιμή, αλλά ήταν ο τρόπος του να με αφοπλίσει από τη σκέψη ότι ήθελε να μου πουλήσει το κοστούμι. Φυσικά και έπρεπε να είμαι το ίδιο ευγενικός με τον πωλητή και έτσι απάντησα, «ασφαλώς», και μπήκα στο μαγαζί. «Από εδώ παρακαλώ, κύριε, και θα σας πω την τιμή αμέσως», είπε ο πωλητής.
Σε λιγότερο από δύο λεπτά βρέθηκα να στέκομαι έχοντας βγάλει το παλτό μου, έτοιμος να δοκιμάσω ένα σακάκι σαν και εκείνο που είχα δει στη βιτρίνα. Όταν το φόρεσα, και αυτό έτυχε να μου ταιριάζει γάντι (διόλου τυχαία, χάρη στο κοφτερό βλέμμα του παρατηρητικού πωλητή) πρόσεξα την απαλή και λεία στόφα του. Χάιδεψα πάνω-κάτω το μανίκι του σακακιού, όπως είχα δει να κάνει ο πωλητής περιγράφοντας τη στόφα. Σίγουρα ήταν πολύ όμορφο. Μέχρι τότε είχα ξαναρωτήσει την τιμή και όταν μου είπαν πως έκανε μόνο 50 δολάρια, εξεπλάγην ευχάριστα, επειδή με είχαν κάνει να πιστέψω ότι θα πλήρωνα πολύ περισσότερα.
Ωστόσο, όταν πρωτοείδα το κοστούμι στη βιτρίνα σκέφτηκα πως έκανε 35 δολάρια και αμφιβάλλω εάν θα πλήρωνα καν τόσα, εάν είχα πέσει στα χέρια ενός που δεν ήξερε πώς να πλασάρει το κοστούμι όσο το δυνατόν καλύτερα. Εάν το πρώτο σακάκι που φορούσα ήταν δυο νούμερα μεγαλύτερο ή μικρότερο, αμφιβάλλω εάν θα γινόταν πώληση, παρότι όλα τα έτοιμα κοστούμια που πωλούνται στα καλύτερα καταστήματα τροποποιούνται στα μέτρα του πελάτη.
Αγόρασα το κοστούμι με «την παρόρμηση της στιγμής», όπως θα έλεγε ένας ψυχολόγος, και δεν είμαι ο μόνος που αγοράζει με αυτόν τον τρόπο. Ένα μικρό ολίσθημα εκ μέρους του πωλητή θα τον έκανε να αποτύχει στην πώληση του κοστουμιού. Εάν είχε απαντήσει «50 δολάρια», όταν είχα πρωτορωτήσει την τιμή, θα του έλεγα, «ευχαριστώ» και θα συνέχιζα τον δρόμο μου χωρίς να το κοιτάξω καν.
(Απόσπασμα από το βιβλίο Ο Νόμος της Επιτυχίας)