minima-ston-garcia3

Του Έλμπερτ Χάμπαρντ,  1899

Μετάφραση: Θανάσης Βέμπος
Επιμέλεια: Παναγιώτης Παλασίδης


Μια Απολογία

ΕΥΘΥΚΡΙΣΙΑ

Αν εργάζεσαι για κάποιον, τότε, για τ’ όνομα του Θεού, εργάσου γι’ αυτόν. Αν σε πληρώνει μισθό που σου εξασφαλίζει τον επιούσιο, εργάσου γι’ αυτόν, πες καλά λόγια γι’ αυτόν, κάνε καλές σκέψεις γι’ αυτόν και στήριξέ τον, στήριξε τον θεσμό που εκπροσωπεί. Θαρρώ πως αν δούλευα για κάποιον, θα δούλευα πραγματικά γι’ αυτόν. 

Δεν θα δούλευα γι’ αυτόν ένα μέρος του χρόνου του, αλλά όλο τον χρόνο του. Ή απερίσπαστη υπηρεσία θα του πρόσφερα, ή τίποτα. Αν τα βάλουμε στο ζύγι, μια ουγγιά αφοσίωσης παλαντζάρει με ένα κιλό εξυπνάδας. Αν πρέπει να σπιλώσεις, να καταδικάσεις και να μειώσεις, καλύτερα να παραιτηθείς πρώτα από τη θέση σου, και ύστερα βρίσε και κατηγόρα όσο τραβάει η καρδιά σου. Όμως, σε ικετεύω, όσο είσαι μέρος ενός θεσμού, μην τον καταδικάζεις. Όχι ότι θα βλάψεις τον θεσμό –όχι– αλλά όταν μειώνεις το σύνολο του οποίου αποτελείς μέρος, μειώνεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Και να μην ξεχνάς. Το «ξέχασα» δεν πιάνει όταν μιλάμε για δουλειά.

Τούτη η στάλα λογοτεχνίας, Το Μήνυμα στον Γκαρσία, γράφτηκε μια βραδιά μετά το δείπνο, μέσα σε μια μόνο ώρα. Ήταν η 21η Φεβρουαρίου 1899, τα γενέθλια του Τζορτζ Ουάσινγκτον. Το τεύχος Μαρτίου του Philistine πήγαινε στο τυπογραφείο. Τούτο εδώ το πόνημα ξεπήδησε καυτό μέσα από την καρδιά μου. Γράφτηκε μετά από μια κουραστική μέρα στην οποία πάσχιζα να πείσω κάποιους αρκετά παρεκτρέποντες χωρικούς να συνέλθουν από το κώμα στο οποίο ζούσαν και να κάνουν κάτι επιτέλους στη ζωή τους.

Ωστόσο, η ιδέα ήρθε μετά από μια μικρή διαφωνία κατά τη διάρκεια του τσαγιού, όταν ο γιός μου, ο Μπερτ, πρότεινε ότι ο Ρόουαν ήταν ο πραγματικός ήρωας του Πολέμου της Κούβας. Μόνος του, ο Ρόουαν είχε φέρει εις πέρας την αποστολή –είχε πάει το μήνυμα στον Γκαρσία.

Και τότε ήταν σαν να με χτύπησε κεραυνός! Ναι, ο μικρός έχει δίκιο σκέφτηκα, ήρωας είναι αυτός που φέρνει εις πέρας τη δουλειά, αυτός που μεταφέρει το μήνυμα στον Γκαρσία. Σηκώθηκα από το τραπέζι κι έγραψα Το Μήνυμα στο Γκαρσία. Το θεώρησα ασήμαντο κείμενο και το δημοσίευσα στο περιοδικό χωρίς καν τίτλο. Το τεύχος εξαντλήθηκε και σύντομα άρχισαν να έρχονται παραγγελίες για επιπλέον κόπιες του τεύχους Μαρτίου του Philistine, μια ντουζίνα, μια πενηνταριά, μια εκατοστή. Και όταν η American News Company παρήγγειλε μια χιλιάδα κόπιες, ρώτησα έναν από τους βοηθούς μου, ποιο ήταν το άρθρο που είχε προκαλέσει τέτοιο σούσουρο.

«Αυτό με τον Γκαρσία», απάντησε.

Την επόμενη ήρθε ένα τηλεγράφημα από τον Τζορτζ Ντάνιελς των Κεντρικών Σιδηροδρόμων της Νέας Υόρκης που έλεγε τα εξής: «Δώσατε τιμή για εκατό χιλιάδες αντίτυπα του κειμένου για το Ρόουαν σε μορφή φυλλαδίου – όπισθεν διαφήμιση Empire State Express – πόσο σύντομα μπορείτε να τα παραδώσετε;». Απάντησα δίνοντας μια τιμή και δήλωσα ότι μπορούσαμε να παραδώσουμε τα φυλλάδια σε δύο χρόνια. Οι εγκαταστάσεις μας ήταν μικρές και η εκτύπωση εκατό χιλιάδων φυλλαδίων ήταν τιτάνιο έργο.

Το αποτέλεσμα ήταν να δώσω άδεια στον κ. Ντάνιελς να ανατυπώσει ο ίδιος το άρθρο με δικά του μέσα. Το εξέδωσε σαν μικρό βιβλιαράκι με τιράζ μισό εκατομμύριο αντίτυπα στην κάθε έκδοση. Ο κ. Ντάνιελς προχώρησε σε δύο με τρεις τέτοιες εκδόσεις, ενώ επιπλέον το άρθρο αναδημοσιεύτηκε σε διακόσια περιοδικά και εφημερίδες. Έχει μεταφραστεί σε όλες τις γραπτές γλώσσες.

Όταν ο κ. Ντάνιελς διένειμε Το Μήνυμα στον Γκαρσία, ο πρίγκιπας Χιλάκοφ, διευθυντής των Ρωσικών Σιδηροδρόμων, βρισκόταν στις ΗΠΑ. Ήταν προσκεκλημένος των Κεντρικών Σιδηροδρόμων της Νέας Υόρκης και περιόδευε τη χώρα υπό την προσωπική μέριμνα του κ. Ντάνιελς. Ο πρίγκιπας είδε το βιβλιαράκι και ενδιαφέρθηκε, περισσότερο επειδή ο κ. Ντάνιελς το τύπωνε σε τόσο μεγάλο τιράζ, μάλλον, παρά για κανέναν άλλο λόγο. Όπως και να έχει, όταν γύρισε στη Ρωσία έβαλε και το μετέφρασαν στα Ρωσικά. Κατόπιν, κάθε εργαζόμενος στους σιδηροδρόμους της Ρωσίας έλαβε από μια κόπια. Ύστερα το πήραν άλλες χώρες και από τη Ρωσία πέρασε στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ισπανία, στην Τουρκία, στο Ινδουστάν και στην Κίνα. Στη διάρκεια του ρωσοϊαπωνικού πολέμου, κάθε Ρώσος στρατιώτης που πήγε στο μέτωπο έλαβε ένα αντίτυπο από το Μήνυμα στον Γκαρσία. Οι Ιάπωνες, ανακαλύπτοντας τα βιβλιαράκια σε Ρώσους αιχμαλώτους, συμπέραιναν ότι θα πρέπει να πρόκειται για κάτι καλό, και έτσι το μετέφρασαν στα Γιαπωνέζικα. Και με εντολή του Μικάδο, ένα αντίγραφο χορηγήθηκε σε κάθε εργαζόμενο στον ιαπωνικό δημόσιο τομέα, είτε στρατιωτικό, είτε πολίτη. Πάνω από σαράντα εκατομμύρια αντίτυπα του Μηνύματος στον Γκαρσία έχουν τυπωθεί. Λέγεται πως πρόκειται για τη μεγαλύτερη κυκλοφορία που είχε ποτέ λογοτεχνικό πόνημα σε όλη την ιστορία, και όλα αυτά χάρη σε μια σειρά από ευτυχείς συμπτώσεις! Ε.Χ.

 

Πρωτοβουλία

Τα μεγάλα έπαθλα, χρηματικά και τιμές, αποδίδονται για ένα μόνο πράγμα. Και αυτό είναι η Πρωτοβουλία.

Τι είναι όμως η Πρωτοβουλία;

Θα σας πω: “είναι να κάνεις το σωστό χωρίς να σου το πούνε.”

Όμως, το αμέσως επόμενο του να κάνεις το σωστό χωρίς να στο πούνε, είναι να το κάνεις όταν στο έχουν πει μία φορά. Δηλαδή, να μεταφέρεις το Μήνυμα στον Γκαρσία: όσοι μπορούν να μεταφέρουν το μήνυμα, λαμβάνουν μεγάλους επαίνους, αλλά η χρηματική ανταμοιβή τους δεν είναι πάντα αντίστοιχη.

Μετά έρχονται εκείνοι που δεν θα κάνουν τίποτα ώσπου να τους το πουν δύο φορές. Αυτοί δεν λαμβάνουν κανέναν έπαινο, καθώς και ελάχιστα χρήματα.

Μετά έρχονται εκείνοι που κάνουν το σωστό μόνο όταν η χρεία τους ρίξει κλωτσιά στα μαλακά –κι αυτοί το μόνο που λαμβάνουν είναι αδιαφορία αντί για επαίνους, και ψίχουλα για πληρωμή. Αυτό το σινάφι σκοτώνει τον χρόνο του τεμπελιάζοντας σε ένα παγκάκι, κλαψουρίζοντας για την «άπονη μοίρα» και την «κακούργα κοινωνία».

Και ακόμα πιο κάτω στην κλίμακα, έχουμε εκείνον που δεν θα κάνει το σωστό ακόμα και όταν κάποιος μπει στον κόπο να του δείξει το πώς, και κατόπιν να σταθεί και από πάνω του για να βεβαιωθεί ότι θα το κάνει. Αυτός ο τύπος είναι μονίμως άνεργος και λαμβάνει την περιφρόνηση που του αξίζει, εκτός και αν τύχει να έχει κανένα πλούσιο μπαμπάκα –αλλά στην περίπτωση αυτή η Μοίρα περιμένει υπομονετικά πίσω από τη γωνία κραδαίνοντας ρόπαλο βαρύ.

Εσύ σε ποια κατηγορία ανήκεις;

 

Το Μήνυμα στον Γκαρσία

Του Έλμπερτ Χάμπαρντ

Σε όλη την ιστορία με τον Πόλεμο στην Κούβα, υπάρχει ένας άνθρωπος που μεσουρανεί στον ορίζοντα της μνήμης, όπως ο πλανήτης Άρης όταν βρίσκεται στο περιήλιο. Όταν ξέσπασε πόλεμος μεταξύ Ισπανίας και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, προέκυψε αδήριτη ανάγκη να επικοινωνήσουν γρήγορα με τον ηγέτη των Εξεγερθέντων. Ο Γκαρσία βρισκόταν κάπου στις ορεινές ερημιές της Κούβας –κανείς δεν ήξερε πού. Ούτε γράμμα, ούτε τηλεγράφημα μπορούσε να του σταλεί. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έπρεπε να εξασφαλίσει τη συνεργασία του και γρήγορα μάλιστα.

Τι να έκανε;

Κάποιος του είπε: «Κύριε Πρόεδρε, υπάρχει ένας τύπος ονόματι Ρόουαν που θα πάει να βρει τον Γκαρσία για λογαριασμό σας».

Έφεραν τον Ρόουαν και του έδωσαν μια επιστολή που έπρεπε να παραδοθεί στον Γκαρσία. Το πώς ο «τύπος ονόματι Ρόουαν» πήρε την επιστολή, την έκλεισε ερμητικά σε ένα αδιάβροχο σακουλάκι, την έκρυψε κάτω από το πουκάμισό του, σε τέσσερις μέρες αποβιβάστηκε στην Κούβα με μία βάρκα από τα ανοιχτά, εξαφανίστηκε στη ζούγκλα και σε τρεις εβδομάδες βγήκε στην άλλη πλευρά του νησιού, έχοντας διασχίσει εχθρικό έδαφος πεζός και παραδώσει την επιστολή στο Γκαρσία, είναι μία ιστορία που δεν έχω ιδιαίτερη επιθυμία να περιγράψω με λεπτομέρειες. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι το εξής: ο πρόεδρος Μακίνλεϊ έδωσε στον Ρόουαν μία επιστολή να παραδώσει στον Γκαρσία. Ο Ρόουαν πήρε την επιστολή και δεν ρώτησε «πού είναι ο Γκαρσία;». Μα τον Θεό, η μορφή αυτού του ανθρώπου θα πρέπει να χυθεί σε αθάνατο μπρούτζο και το άγαλμά του να στηθεί σε κάθε κολέγιο της χώρας. Δεν είναι η μάθηση των βιβλίων που χρειάζονται οι νεαροί, ούτε οι οδηγίες για τούτο και για κείνο. Χρειάζονται σφυρηλάτηση μιας αδάμαστης θέλησης που θα τους κάνει πιστούς και αφοσιωμένους, σβέλτους και ενεργητικούς, να συγκεντρώνουν την ενέργειά τους, να φέρνουν εις πέρας τη δουλειά, να «μεταφέρουν το μήνυμα στον Γκαρσία!».

Τώρα πια ο στρατηγός Γκαρσία είναι νεκρός, όμως υπάρχουν άλλοι Γκαρσία.

Όποιος έχει πασχίσει να διεκπεραιώσει ένα εγχείρημα όπου απαιτούνται πολλά χέρια, έχει πολλές φορές απηυδήσει από την ανοησία του μέσου ανθρώπου –την ανικανότητα, ή την απροθυμία του να συγκεντρωθεί σε ένα πράγμα και να το κάνει. Η τσαπατσούλικη βοήθεια, η ανόητη αφηρημάδα, η παγερή αδιαφορία και η δουλειά με μισή καρδιά φαίνεται ότι αποτελούν τον κανόνα. Και κανείς δεν πετυχαίνει να διεκπεραιώσει το εγχείρημα αν δεν δελεάσει, δεν εξαπατήσει, δεν απειλήσει, ή δεν δωροδοκήσει άλλους να τον βοηθήσουν –εκτός αν παρ’ ελπίδα ο Θεός με την καλοσύνη Του κάνει θαύμα και Του στείλει έναν Άγγελο Φωτός για βοηθό. Εσύ, αναγνώστη, κάνε μια δοκιμή. Κάθεσαι τώρα στο γραφείο σου και έχεις έξι υπαλλήλους στη δούλεψή σου. Κάλεσε έναν απ’ αυτούς και πες του: «Σε παρακαλώ, πήγαινε κοίταξε στην εγκυκλοπαίδεια και σύνταξέ μου ένα σύντομο υπόμνημα σχετικά με τη ζωή του Corregio».

Άραγε ο υπάλληλος θα πει ήρεμα, «Μάλιστα», και θα πάει να φέρει εις πέρας τη δουλειά;

Στοίχημα ότι δεν θα το κάνει. Θα σε κοιτάξει με βοϊδίσιο βλέμμα και θα σου κάνει μία από τις παρακάτω ερωτήσεις:

«Ποιος είναι αυτός ο Corregio;»

«Ποια εγκυκλοπαίδεια;»

«Πού είναι η εγκυκλοπαίδεια;»

«Καλά, για τέτοια δουλειά με προσλάβατε;»

«Μήπως εννοείτε τον Μπίσμαρκ;»

«Γιατί να μην πάει να το κάνει ο Τσάρλι;»

«Έχει πεθάνει αυτός ο Corregio;»

«Βιάζεστε;»

«Να πάω να σας φέρω τον τόμο να το κοιτάξετε εσείς;»

«Γιατί το θέλετε το υπόμνημα;»

Και στοίχημα δέκα προς ένα ότι, ακόμα και αν κάτσεις και απαντήσεις στις ερωτήσεις αυτές, και εξηγήσεις στον άλλο πώς να βρει τις πληροφορίες, και βάλεις και άλλον έναν να τον βοηθήσει να πάει να βρει τον Γκαρσία, μετά ο υπάλληλος θα γυρίσει και θα σου πει ότι δεν υπάρχει τέτοιο όνομα. Φυσικά μπορεί να χάσω το στοίχημα, αλλά οι πιθανότητες λένε ότι θα το κερδίσω. Αν είσαι έξυπνος δεν θα μπεις στον κόπο να εξηγήσεις στον «βοηθό» σου ότι ο Corregio υπάρχει ως λήμμα στο γράμμα C και όχι στο Κ, αλλά θα γλυκοχαμογελάσεις και θα πεις, «άσε, δεν πειράζει» και θα πας να το κοιτάξεις μόνος σου.

Και αυτή η ανικανότητα για ανεξάρτητη δράση, αυτή η ηθική ηλιθιότητα, αυτή η βουλητική ανικανότητα, αυτή η απροθυμία να ξεκινήσει κανείς τη δουλειά με κέφι και ψυχή και να την φέρει εις πέρας, είναι η αιτία για την οποία ο αγνός Σοσιαλισμός υποχωρεί στο αφάνταστα μακρινό μέλλον. Αν οι άνθρωποι δεν δρουν για λογαριασμό τους, άραγε θα δράσουν όταν το όφελος της προσπάθειάς τους αφορά το κοινό καλό; Ο «βούρδουλας» μοιάζει απαραίτητος. Και ο φόβος της απόλυσης βαστά πολλούς εργάτες από το πέτο. Βάλε αγγελία για ένα στενογράφο και εννιά στους δέκα που θα ανταποκριθούν δεν θα ξέρουν ούτε ορθογραφία, ούτε τονισμό –και θα θεωρούν ότι δεν είναι απαραίτητο να ξέρουν.

Θα μπορούσε ένας απ’ αυτούς να γράψει την επιστολή στον Γκαρσία;

«Βλέπεις εκείνον εκεί τον λογιστή», μου είπε ο διευθυντής προσωπικού σε ένα μεγάλο εργοστάσιο.

«Ναι, τι τρέχει;»

«Λοιπόν, για λογιστής καλός είναι, αλλά αν τον στείλω στο κέντρο για ένα θέλημα μπορεί και να το φέρει εις πέρας. Αλλά μπορεί και να κάνει στάση σε τέσσερα μπαρ στη διαδρομή και όταν φτάσει στον προορισμό να έχει ξεχάσει τι τον είχα στείλει να κάνει».

Θα μπορούσε ένας τέτοιος άνθρωπος να είναι άξιος εμπιστοσύνης, ώστε να μεταφέρει το μήνυμα στον Γκαρσία;

Πρόσφατα ακούμε πολλά σπαραξικάρδια και δακρύβρεχτα για τον «εργασιακό μεσαίωνα», για «τον άστεγο πλάνητα που γυρεύει τίμιο μεροκάματο» και ταυτόχρονα έναν χείμαρρο κακολογίας εναντίον των «αφεντικών».

Δεν ακούμε τίποτα για τον εργοδότη που γερνάει πριν της ώρας του προσπαθώντας μάταια να στρώσει κακότροπους ατζαμήδες να βγάλουν έξυπνη δουλειά. Ούτε ακούμε κάτι για την μακρόχρονη, υπομονετική του προσπάθεια να τα βγάλει πέρα με κάποιο «βοηθό», ο οποίος το μόνο που κάνει είναι να λουφάρει όταν το αφεντικό κοιτάζει αλλού. Σε κάθε κατάστημα, σε κάθε εργοστάσιο υπάρχει μία συνεχής διαδικασία «ξεχορταριάσματος». Ο εργοδότης συνεχώς απολύει «βοηθούς» που απέδειξαν την ανικανότητά τους να προωθήσουν περαιτέρω τα συμφέροντα της επιχείρησης και προσλαμβάνει άλλους. Ανεξάρτητα αν επικρατούν παχιές αγελάδες, αυτό το ξεκαθάρισμα συνεχίζεται. Μόνο αν έρθουν ισχνές αγελάδες και η δουλειά σπανίζει, το ξεκαθάρισμα γίνεται καλύτερα –αλλά συνεχώς και μονίμως και ες αεί, οι ανίκανοι και οι ανάξιοι παίρνουν πόδι.

Είναι η επιβίωση του καταλληλότερου. Το προσωπικό συμφέρον ωθεί κάθε εργοδότη να κρατήσει τους καλύτερους –εκείνους που μπορούν να μεταφέρουν το μήνυμα στον Γκαρσία.

Ξέρω έναν άνθρωπο με λαμπρά προσόντα, ο οποίος δεν έχει την ικανότητα να διαχειριστεί μία δική του επιχείρηση, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι απολύτως άχρηστος σε οποιονδήποτε άλλον, επειδή διακατέχεται συνεχώς από την παρανοϊκή βεβαιότητα ότι ο εργοδότης του είναι καταπιεστικός, ή προτίθεται να τον καταπιέσει. Δεν μπορεί να δώσει εντολές, αλλά ούτε και να λάβει. Αν του έδιναν ένα μήνυμα για τον Γκαρσία, θα απαντούσε: «Να το πας εσύ!».

Απόψε αυτός ο άνθρωπος τριγυρνά στους δρόμους ψάχνοντας για δουλειά και ο άνεμος σφυρίζει στο τριμμένο του πανωφόρι. Κανείς που τον ξέρει δεν τολμά να τον προσλάβει, γιατί ο άνθρωπος αυτός είναι μανούλα στην ανυπακοή. Δεν είναι επιδεκτικός στη λογική και το μόνο που μπορεί να τον παρακινήσει είναι η απειλή μιας κλοτσιάς με χοντρή αρβύλα.

Ξέρω ασφαλώς πως ένας άνθρωπος τόσο ηθικώς παραμορφωμένος αξίζει τον ίδιο οίκτο με έναν σωματικά ανάπηρο. Όμως μέσα στον οίκτο μας, ας χύσουμε και μερικά δάκρυα για τον άνθρωπο που πασχίζει να υλοποιήσει κάποιο μεγάλο εγχείρημα, τον άνθρωπο που το ωράριο εργασίας του δεν περιορίζεται από το σφύριγμα της σειρήνας και τα μαλλιά του οποίου ασπρίζουν ραγδαία από την πάλη να κρατήσει υπό έλεγχο την ανεύθυνη αδιαφορία, την ανόητη τσαπατσουλιά και την άκαρδη αγνωμοσύνη ανθρώπων, οι οποίοι θα ήταν πεινασμένοι και άστεγοι αν δεν υπήρχε η επιχείρησή του.

Μήπως τα είπα πολύ χοντρά; Μάλλον ναι, αλλά όταν ο κόσμος ολόκληρος ασχολείται με τους «φουκαράδες και καταφρονεμένους», θέλω να εκφράσω μερικά λόγια συμπάθειας για τον άνθρωπο που πέτυχε, τον άνθρωπο που, παρά τις αντιξοότητες, έχει κατευθύνει τις προσπάθειες των άλλων και, έχοντας πετύχει, βρίσκει πως εκεί δεν υπάρχει τίποτα παρά αδιαφορία.

Έχω δουλέψει σαν ταπεινός εργάτης, έχω εργαστεί μεροδούλι μεροφάι, αλλά ήμουν επίσης και εργοδότης, και ξέρω ότι και για τις δύο πλευρές υπάρχουν επιχειρήματα. Δεν υπάρχει καμία ομορφιά και υπεροχή, αυτή καθεαυτή, στη φτώχεια. Τα κουρέλια δεν συνίστανται. Και όλοι οι εργοδότες δεν είναι άπληστα αρπαχτικά, όπως και όλοι οι φτωχοί δεν είναι ενάρετοι και έντιμοι.

Υποστηρίζω ολόψυχα τον άνθρωπο που φέρνει εις πέρας τη δουλειά όταν το αφεντικό λείπει, αλλά και το ίδιο καλά όταν είναι παρόν. Και αυτόν που, όταν του δοθεί μια επιστολή για τον Γκαρσία, αναλαμβάνει ήσυχα την αποστολή χωρίς να κάνει ανόητες ερωτήσεις και χωρίς την κρυφή πρόθεση να λουφάρει, αυτόν που δεν θα κάνει οτιδήποτε άλλο εκτός από το να την παραδώσει, που ποτέ δεν «τον απολύουνε», αλλά που ούτε αναγκάζεται να κατέβει σε απεργία για υψηλότερο μισθό. Ο πολιτισμός είναι μία μακρά αγωνιώδης αναζήτηση για τέτοια ακριβώς άτομα. Οτιδήποτε ζητήσει ένας τέτοιος άνθρωπος θα του δοθεί. Το είδος του είναι τόσο σπάνιο, που κανείς εργοδότης δεν έχει την πολυτέλεια να τον χάσει. Ζητάνε τέτοιους ανθρώπους σε κάθε πόλη, σε κάθε κωμόπολη, σε κάθε χωριό, σε κάθε κατάστημα, επιχείρηση και εργοστάσιο. Ο κόσμος γυρεύει αγωνιωδώς τέτοιους ανθρώπους: είναι αναγκαίος, πολύ αναγκαίος ο άνθρωπος που μπορεί να μεταφέρει το μήνυμα στον Γκαρσία.

 

Άντριου Σάμμερς Ρόουαν

Ο συνταγματάρχης Άντριου Σάμμερς Ρόουαν γεννήθηκε στο Γκαπ Μιλς της Βιρτζίνια το 1857. Αποφοίτησε από τη στρατιωτική σχολή του Ουέστ Πόιντ το 1881. Τα χρόνια πριν τον Ισπανοαμερικανικό Πόλεμο, ο Ρόουαν υπηρέτησε σε αρκετές μεθοριακές θέσεις και συνεργάστηκε με τις υπηρεσίες στρατιωτικών πληροφοριών στη Λατινική Αμερική. Ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την Κούβα και έγραψε και ένα σχετικό βιβλίο. Με την ένταση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ισπανίας (που τότε της ανήκε η Κούβα), ο πρόεδρος Ουίλιαμ Μακίνλεϊ θεώρησε ότι θα ήταν χρήσιμο να εδραιώσει επαφή με τους Κουβανούς αντάρτες, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποδειχτούν πολύτιμοι σύμμαχοι σε περίπτωση πολέμου με την Ισπανία. Ο Μακίνλεϊ ζήτησε από τον συνταγματάρχη Άρθουρ Ουάγκνερ να προτείνει έναν αξιωματικό που θα αποκαθιστούσε την επαφή με τους αντάρτες του Γκαρσία.

Ο Ουάγκνερ συνέστησε τον Ρόουαν, ο οποίος ταξίδεψε στην Κούβα μέσω Τζαμάικας. Ο Ρόουαν συνάντησε τον Γκαρσία στα Όρη Οριέντε και εδραίωσε επαφή. Κατόπιν, πήρε πληροφορίες από τον Γκαρσία ο οποίος ήταν πρόθυμος να συνεργαστεί με τους Αμερικανούς για να πολεμήσει τους Ισπανούς. Ο Ρόουαν επέστρεψε στις ΗΠΑ και του ανατέθηκε η διοίκηση της δύναμης των «Άνοσων» –Αφροαμερικανών στρατιωτών που υποτίθεται ότι ήταν άνοσοι στις τροπικές ασθένειες που ενδημούσαν στην Κούβα. Μετά τη δράση του στον Ισπανοαμερικανικό Πόλεμο, ο Ρόουαν υπηρέτησε στις Φιλιππίνες και σε θέσεις στο Οχυρό Φορτ Ράιλι (Κάνσας), και αποστρατεύτηκε το 1909. Πάνω από είκοσι χρόνια αργότερα, του απονεμήθηκε ο Σταυρός των Διακεκριμένων Υπηρεσιών για τον ασυνήθιστο ηρωισμό του στις επιχειρήσεις στην Κούβα τον Μάιο του 1898. Ο Ρόουαν απεβίωσε στο Πρεζίντιο του Σαν Φρανσίσκο το 1943.

(Μήνυμα στον Γκαρσία απόσπασμα από Σκέψου και Πλούτισε)

Αφήστε μια απάντηση

0
    0
    ΚΑΛΑΘΙ
    ΤΟ ΚΑΛΑΘΙ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΙΟΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ